Εγώ είμαι η βλογημενη θημωνιά,
που από χρυσά πυργωνομαι δεμάτια,
ένα μονάχα μήνα τη χρονιά,
μα με ζηλεύουν κάστρα και παλάτια
Εμένα δεν με χτίζουν με λιθάρια
με χώματα με ξύλα με νερά.
Με στήνουν λυγερές και παλληκάρια
με στάχυα, με τραγούδια με χαρά.
Κι ο ιδρως με ραίνει με μαργαριτάρια.
Εγώ είμαι των ανθρώπων η κυψέλη,
που κρύβει την ατίμητη τροφή,
που κάθε χρόνο η μάνα Γη τους στελλει
μες απ τα σπλάχνα με στοργή κρυφή ,
γλυκύτερη ακόμη κι απ το μέλι.
Λάμπω σαν ήλιος, λάμπω σαν φεγγάρι
και σέρνω πίσω τη ζωή
με το χρυσό, ξανθό μου το σιτάρι
που λαχταρούν ρηγάδες και λαοί
και με λατρεύουν σαν προσκυνητάρι
Εγώ είμαι η τιμημένη θημωνια,
που από χρυσά πυργωνομαι δεμάτια
,ένα μονάχα μήνα τη χρονιά,
και με ζηλεύουν κάστρα και παλάτια
Εγώ είμαι η ευλογημένη θημωνια.
Γ. Στρατήγης